«Υπάρχουν πολύ καλά ελαιόλαδα σε πολλές χώρες. Η ποιότητα του ελαιολάδου δεν εξαρτάται από την ποικιλία, τα µηχανήµατα που χρησιµοποιούνται ή το σύστηµα καλλιέργειας. Ο κύριος παράγοντας για µερικά από τα καλύτερα ελαιόλαδα που έχω συναντήσει, και υπάρχουν αρκετά από αυτά, είναι το πάθος του παραγωγού και η σκληρή δουλειά που είναι πίσω από µια ετικέτα» σηµειώνει χαρακτηριστικά ο Juan Hernandez Vilar, καθηγητής του πανεπιστημίου της Jaen.
Ένας άνθρωπος µε µεγάλη εµπειρία στο χώρο του ελαιολάδου, που κάλυψε ισχυρές διευθυντικές θέσεις στον ιδιωτικό τοµέα και σήµερα είναι CEO της δικής του εταιρείας συµβούλων στην Ισπανία. Ταξιδεύοντας µάλιστα συχνά σε ελαιώνες σε όλα τα µήκη και πλάτη της Γης, ο κ. Vilar δηλώνει εντυπωσιασµένος από τη διαπίστωσή του ότι συνήθως εκείνοι που ξεκινούν την ελαιοκαλλιέργεια και την παραγωγή ελαιολάδου σε νέες περιοχές του κόσµου είναι άτοµα µε καταγωγή από τη Μεσόγειο.
Συνέντευξη στη Σοφία Σπύρου
Τα τελευταία 20 χρόνια, έχουµε δει σηµαντική επέκταση της ελαιο-καλλιέργειας σε παγκόσµιο επίπεδο. Μπορείτε να επισηµάνετε τάσεις;
Σύµφωνα µε µελέτη που εκπονήσαµε το 2024, φυτεύτηκαν παγκοσµίως περισσότερα από 17 εκατ. στρέµµατα ελαιώνων την περίοδο 2004-2023, που ως έκταση ισοδυναµεί µε τη συνολική επιφάνεια ελαιώνων της Τυνησίας, ενώ ο αριθµός χωρών παραγωγής αυξήθηκε από 46 σε 66. Σήµερα φυτεύονται στον πλανήτη κάθε χρόνο περίπου 1.500.000 στρέµµατα ελαιώνων, εκ των οποίων πάνω από 80% είναι σύγχρονοι. Επιπλέον, 1.000.000 στρέµµατα παραδοσιακών ελαιώνων ετησίως µετατρέπονται σε σύγχρονους. Τι σηµαίνει αυτό; Ότι περιλαµβάνουν περισσότερα από 30 δέντρα ανά στρέµµα, είναι γραµµικής φύτευσης µε τους κορµούς να διαµορφώνονται σε ένα στέλεχος χωρίς διακλαδώσεις, ενώ και ο βαθµός εκµηχάνισης είναι υψηλός.
Οι αλλαγές αυτές είναι πιο ορατές σε χώρες όπως η Πορτογαλία και η Ισπανία, αλλά σταδιακά δηµιουργούνται σύγχρονοι ελαιώνες πολύ µεγάλου µεγέθους σε άλλες χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, η Αυστραλία, η Χιλή, οι ΗΠΑ και η Αργεντινή. Ο τύπος του ελαιώνα δεν επηρεάζει µόνο την παραγωγικότητα και το κόστος, αλλά επιδρά και στο ποσοστό παραγωγής εξαιρετικά παρθένου. Για παράδειγµα, το 95% του ελαιολάδου που παράγεται στην Πορτογαλία είναι παρθένο και εξαιρετικά παρθένο. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι, στους σύγχρονους ελαιώνες, η συγκοµιδή πραγµατοποιείται σε λιγότερο χρόνο, την κατάλληλη στιγµή και µε µηχανικό τρόπο, συµβάλλοντας στη βελτίωση της ποιότητας των καρπών και του ελαιολάδου.
Την τελευταία δεκαετία έχουν σηµειωθεί αλλαγές στο διεθνές εµπόριο ελαιολάδου και νέες χώρες καθίστανται σηµαντικοί παίκτες. Ποια χώρα θα λέγατε ότι είναι η πιο δυναµική νεοεισερχόµενη δύναµη στην παγκόσµια σκηνή;
Επί του παρόντος, από τις 66 χώρες που παράγουν διεθνώς, η Πορτογαλία είναι αυτή που έχει τις καλύτερες προϋποθέσεις λόγω τεσσάρων βασικών παραγόντων: Το µέγεθος των εκµεταλλεύσεων, τη διαθεσιµότητα νερού, το χρόνο ωρίµανσης των καρπών και τα καινοτόµα χαρακτηριστικά των εκµεταλλεύσεών τους, ενώ και τα ελαιουργεία τους είναι τα πλέον σύγχρονα στον κόσµο.Καθοριστικό ρόλο έχει παίξει το φράγµα της Alqueva, που είναι ο µεγαλύτερος τεχνητός ταµιευτήρας νερού στην Ευρώπη, το οποίο καταλαµβάνει έκταση 250 τ.χλµ. Επιπλέον, δεδοµένου ότι η σεζόν τελειώνει τον Σεπτέµβριο, οι πρώτες παρτίδες ελαιολάδου παράγονται δύο εβδοµάδες νωρίτερα από άλλες µεσογειακές χώρες. Από τις 15 Οκτωβρίου έως ίσως την 1η Νοεµβρίου ή τις 15 Νοεµβρίου καµία άλλη χώρα δεν έχει ελαιόλαδο εκτός από την Πορτογαλία.
Όσον αφορά την έκταση των ελαιώνων, η Ισπανία αντιπροσωπεύει το 23% της παγκόσµιας επιφάνειας, αλλά παράγει περισσότερο από το 50% του ελαιολάδου. Σε ποιο βαθµό οφείλεται αυτή η υψηλή παραγωγικότητα στη διάδοση της εντατικής καλλιέργειας;
Οι παραδοσιακοί ελαιώνες εξακολουθούν να αποτελούν το µεγαλύτερο µέρος του ισπανικού ελαιώνα, αντιπροσωπεύοντας το 70%. Η Ισπανία έχει 27,8 εκατ. στρέµµατα λιοστάσια. Περίπου το 10% είναι υπερεντατικοί και υψηλής πυκνότητας ελαιώνες και το 20% εντατικοί. Σήµερα είναι πολύ δύσκολο να αυξηθεί η έκταση της γης που προορίζεται για ελαιοκαλλιέργεια. Ποια είναι η άλλη επιλογή; Είναι η αύξηση της εντατικής καλλιέργειας, η οποία κερδίζει έδαφος. Ως αποτέλεσµα µπορούµε να αναµένουµε ότι η παραγωγή θα συνεχίσει να αυξάνεται. Σε µια καλή χρονιά, η συνολική παραγωγή της Ισπανίας θα είναι περί τους 2 εκατ. τόνους.
Ο δεύτερος λόγος για την αύξηση της παραγωγής είναι ότι σταδιακά οι παραδοσιακοί ελαιώνες αρδεύονται όλο και περισσότερο. Έτσι σήµερα αρδεύεται περισσότερο από 34% ενώ το υπόλοιπο 66% είναι ξερικοί. Επιπλέον τις δύο τελευταίες δεκαετίες έχει αυξηθεί η αποτελεσµατικότητα στη χρήση νερού µε αποτέλεσµα να έχει µειωθεί η συνολική ποσότητα που χρησιµοποιείται. Αυτό οφείλεται στον εκσυγχρονισµό των συστηµάτων άρδευσης κυρίως µέσω της στάγδην άρδευσης.
Έχετε ταξιδέψει εκτενώς και έχετε δει ελαιώνες και ελαιοτριβεία σε όλο τον πλανήτη. Ποιες είναι µερικές από τις πιο θεαµατικές διαφορές;
Πρέπει να λάβετε υπόψη ότι ο πλανήτης είναι ένα ζωντανό στοιχείο, ο καιρός αλλάζει και ενώ στο παρελθόν δεν υπήρχε δυνατότητα παραγωγής ελαιολάδου, π.χ., στον Καναδά, τώρα είναι εφικτό. Μια άλλη τάση είναι ότι το µέγεθος του ελαιώνα µεγαλώνει τόσο σε ορισµένες από τις νέες χώρες παραγωγής, αλλά και σε ορισµένες πιο παραδοσιακές χώρες. Έτσι, στην Αυστραλία, π.χ., µπορείτε να συναντήσετε ελαιώνα έκτασης 25.000 στρµ., στη Σαουδική Αραβία 80.000 στρµ. και στην Πορτογαλία 30.000 στρµ. Μια άλλη σηµαντική διαφορά είναι η τεχνολογία που χρησιµοποιείται. Όταν το µέγεθος των επιχειρήσεων είναι πολύ µεγάλο, η κλίµακα της τεχνολογίας από τα ελαιοτριβεία ως τα µηχανήµατα καλλιέργειας είναι αντίστοιχα µεγάλη. Αλλά υπάρχουν διαφορές. Έτσι π.χ. µπορείτε να βρείτε πολύ προηγµένες µηχανές συγκοµιδής που συλλέγουν περισσότερους από 100 τόνους καρπού σε 24 ώρες. Επίσης, χρησιµοποιούνται καινοτόµες τεχνολογίες για τη διαλογή, µε σύνδεση µεταξύ του ελκυστήρα και της µηχανής συλλογής που διαχωρίζει τους καρπούς της ανάλογα µε το επίπεδο ωρίµανσης πριν το ελαιοτριβείο. Επιπλέον, µπορείτε να συναντήσετε αυτοκινούµενους ελκυστήρες που ελέγχονται εξ αποστάσεως, οι οποίοι χρησιµοποιούνται π.χ. στις ΗΠΑ. Ένα άλλο εντυπωσιακό γεγονός είναι ότι εκείνοι που ξεκινούν την ελαιοκαλλιέργεια και την παραγωγή ελαιολάδου σε νέες περιοχές του κόσµου είναι πάντα άτοµα µε καταγωγή από τη Μεσόγειο. Αυτό ισχύει στο νότιο Ηνωµένο Βασίλειο, στον Καναδά, τη Νέα Ζηλανδία και υπάρχουν πολλά παρόµοια παραδείγµατα.
Στην Ισπανία και στην Ελλάδα υπάρχει πρόβληµα έλλειψης αγροτικού εργατικού δυναµικού. Τι βλέπετε για το µέλλον;
Στον κόσµο, ο µέσος ενεργός πληθυσµός που εργάζεται στη γεωργία είναι περίπου το 25% του συνολικού εργατικού δυναµικού. Στην Ευρώπη, το ίδιο ποσοστό είναι περίπου 6%. Στην πράξη, αυτό σηµαίνει ότι ένα άτοµο είναι υπεύθυνο για τη διαχείριση περίπου 130 στρεµµάτων. Το 2050 το ποσοστό των ατόµων που εργάζονται στον τοµέα της γεωργίας θα είναι 5%. Αυτό σηµαίνει ότι ένα άτοµο θα πρέπει να διαχειριστεί 270 στρέµµατα. Σε αυτό το πλαίσιο, δεν θα έχουµε άλλη επιλογή από το να παράγουµε περισσότερα µε λιγότερους ανθρώπους. Έτσι, η µόνη λύση είναι να βελτιωθεί η αποτελεσµατικότητα και το επίπεδο εκµηχάνισης της γεωργίας στην Ευρώπη. Ωστόσο, αυτό θα είναι δύσκολο διότι, π.χ., στον Καναδά ή στην Αυστραλία ή στις ΗΠΑ, το µέγεθος ενός οπωρώνα είναι 200 φορές µεγαλύτερο από τον µέσο όρο της Ευρώπης. Οι οικονοµίες κλίµακας σε αυτές τις χώρες είναι πολύ µεγαλύτερες απ’ ό,τι στην Ευρώπη. Για να αντιµετωπιστεί η πρόκληση, οι ευρωπαϊκές χώρες πρέπει να βελτιώσουν την παραγωγικότητα µέσω της βελτιστοποίησης της χρήσης του νερού και να αυξήσουν το επίπεδο της εκµηχάνισης.
Με βάση την εµπειρία και τα ταξίδια σας, ποιες αγορές βλέπετε να αναδύονται ως οι πλέον υποσχόµενες όσον αφορά την κατανάλωση ελαιολάδου;
∆εν υπάρχουν χώρες στον κόσµο σήµερα που να µην καταναλώνουν ελαιόλαδο, κάτι που είναι µια πολύ καλή βάση. Στη συνέχεια, οι χώρες χωρίζονται σε τρεις οµάδες. Η πρώτη είναι οι ελαιοπαραγωγικές χώρες. Σε αυτή την οµάδα, η κατανάλωση µειώνεται επειδή οι νεότεροι άνθρωποι τρώνε έξω από το σπίτι περισσότερο. Έτσι, όσοι καταναλώνουν περισσότερο τείνουν να είναι άνω των 49 ετών. Αυτό φυσικά είναι πρόβληµα, καθώς όταν ένα άτοµο πεθαίνει σε αυτές τις χώρες, χάνουµε έναν καταναλωτή. Ενώ κάθε άτοµο που γεννιέται δεν αναπληρώνει το κενό. Έτσι, τα τελευταία δύο χρόνια, η παγκόσµια κατανάλωση µειώθηκε κατά 24%, µε το κύριο µέρος αυτής της µείωσης να καταγράφεται στις χώρες παραγωγής. Η δεύτερη οµάδα είναι η οµάδα που παράγει µόνο µια µικρή ποσότητα, αλλά καταναλώνει πολύ. Έτσι, π.χ., οι ΗΠΑ παράγουν µόνο το 4% της συνολικής ποσότητας που καταναλώνεται στη χώρα. Όµως οι καταναλωτές αυτής της οµάδας αυξάνουν σταδιακά την κατά κεφαλήν κατανάλωση καθώς φυτεύονται περισσότεροι ελαιώνες σε αυτές τις χώρες και οι άνθρωποι εξοικειώνονται. Ο σηµερινός µέσος όρος ανέρχεται σε 1 κιλό ετησίως -σε αντίθεση µε τα 7 λίτρα ανά άτοµο στην πρώτη οµάδα χωρών. Και υπάρχει µια τρίτη οµάδα χωρών που καταναλώνουν ελαιόλαδο χωρίς να παράγουν. Η Γερµανία, ο Καναδάς, η Ρωσία ή το Ηνωµένο Βασίλειο, αυτά είναι τα πιο σηµαντικά παραδείγµατα, αλλά ο αριθµός χωρών αυτής της οµάδας αυξάνεται διαρκώς. Οι καταναλωτές εδώ επιλέγουν το ελαιόλαδο κυρίως λόγω των οφελών που έχει για την υγεία και αυξάνουν σταδιακά την κατανάλωση, η οποία ανέρχεται σήµερα σε περίπου 150 γρ. ανά άτοµο.
Πού βλέπετε να οδεύει η παγκόσµια αγορά την επόµενη δεκαετία, ποιοι παράγοντες πιστεύετε ότι θα τη διαµορφώσουν;
Το πρώτο πράγµα που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι ότι το προσδόκιµο ζωής και η ποιότητα ζωής αυξάνονται σταδιακά. Αυτό σηµαίνει ότι θα υπάρχει διαρκής ζήτηση για ελαιόλαδο. Το δεύτερο πράγµα είναι ότι το ελαιόλαδο αποτελεί µόνο το 1,5% της συνολικής παραγωγής ελαίων και λιπών στον κόσµο. Ως εκ τούτου, υπάρχει άφθονος χώρος και δουλειά που πρέπει να γίνει για να βελτιωθεί η θέση του. Στο πλαίσιο αυτό, είναι σηµαντικό να σηµειωθεί ότι είναι το µόνο λάδι που είναι ο φρέσκος χυµός ενός φρούτου, µιλάω για το παρθένο και το εξαιρετικά παρθένο, ενώ ωστόσο και το εξευγενισµένο έχει πολλές χρήσεις στην κουζίνα. Αυτά τα τρία στοιχεία µαζί σηµαίνουν ότι υπάρχει περιθώριο για αυξηµένη κατανάλωση ελαιολάδου σε παγκόσµιο επίπεδο. Επίσης, µια άλλη τάση, κατά τη γνώµη µου, σε 10, 15 χρόνια, είναι ότι θα υπάρχουν περισσότερες από 66 χώρες που παράγουν ελαιόλαδο. Αυτό είναι σηµαντικό επειδή για κάθε νέο στρέµµα το επίπεδο κατανάλωσης αυξάνεται δηµιουργώντας µεγαλύτερη ζήτηση για το προϊόν. Για παράδειγµα, στις ΗΠΑ, εκτιµάται ότι για κάθε 10 στρµ. νέου ελαιώνα η κατανάλωση αυξάνεται κατά 50 τόνους. Και τελικά στο µέλλον βήµα-βήµα, λόγω της αλλαγής του καιρού, θα υπάρχουν περισσότερες χώρες που παράγουν ελαιόλαδο στον κόσµο.
Ο Juan Hernandez Vilar είναι καθηγητής του Πανεπιστηµίου της Jaen, διευθυντής του MBA για το ελαιόλαδο. ∆ιαθέτει µεγάλη εµπειρία στον ιδιωτικό τοµέα στον κλάδο του ελαιολάδου, έχει διατελέσει CEO, Global Manager σε πολυεθνικές και σήµερα είναι CEO δικής του εταιρείας Συµβούλων που συνεργάζεται µεταξύ άλλων µε τον Οργανισµό Τροφίµων του ΟΗΕ και το ισπανικό υπουργείο Γεωργίας µε θέµα το ισπανικό ελαιόλαδο και το ελαιόλαδο γενικότερα.
Πηγή : elaiaskarpos.gr