Α΄
ΜΕΡΟΣ – Ίδρυση Πόλης
Το 1866 μετά
την κατάπαυση της μεγάλης, της σκληρής
Επανάστασης, η όψη της Κρήτης ήταν
τραγική.
Ολόκληρα
χωριά έγιναν σωροί από τα χαλάσματα. Οι
Χριστιανοί χάλασαν σπίτια των Τούρκων.
Οι Τούρκοι χάλασαν των Χριστιανών. Το
ίδιο συνέβη και με τα δέντρα, για να
αποφύγουν την μελλοντική επανεγκατάσταση
των κατοίκων. Κι έτσι η πηγή της ζωής
ελαττώθηκε για όλους σημαντικά.
Η
πείνα και η γύμνια καταβασάνιζε τον
λαό. Ιδιαίτερα τους χειμερινούς μήνες.
Η δυσμενής αυτή κατάσταση για την Κρήτη
ανάγκασε τον πονηρό Βεζύρη Ααλή πασά,
να επινοήσει τον Οργανικό Νόμο. Με τον
οποίο δήθεν η τουρκική διοίκηση καθιέρωνε
εξαιρετική διακυβέρνηση του τόπου.
Και
δημιούργησε συγκεντρωτικά επαρχιακά
τμήματα. Όρισε θέσεις με αρκετά
ικανοποιητικούς μισθούς, στοχεύοντας
να δημιουργήσει ισχυρό κυβερνητικό
κόμμα, που θα δίχαζε τον Κρητικό λαό.
Στο πλαίσιο
αυτού του προγράμματος για την εφαρμογή
του Οργανικού Νόμου, στις 30 Δεκ. 1867
κατέφθασε στη Σπιναλόγγα ο Στρατιωτικός
και Γενικός Διοικητής Κρήτης Χουσεΐν
Αβνή Πασάς. Συνοδευόμενος από τον
Μουτεσαρίφη (νομάρχη) Λασιθίου Κωστή
Αδοσίδη Πασά και φίλα διακείμενους
πληρεξουσίους της Αντεπαναστατικής
Συνελεύσεως.
Όμως
ο Χουσεΐν Αβνή απέτυχε λόγω της σθεναρής
αντίδρασης των επαναστατών. Έφυγε
άπραγος .
Έμεινε
ο Αδοσίδης Πασάς, ο οποίος, αφού πέρασε
από την Ιεράπετρα για τακτοποίηση των
εκεί υπηρεσιών, κατέληξε στη Σητεία.
Όπου η επανάσταση είχε λήξει και η τάξη
είχε αποκατασταθεί.
Ως
λέγεται και έχει γραφεί, η σύζυγος του
Κωστή Αδοσίδη είχε καταγωγή από τα
«βορεινά» χωριά της Σητείας. Τα οποία
απολάμβαναν την εύνοια του «συγχωριανού»
τους μουτεσαρίφη (Νομάρχη).
Ο
τουρκικός στρατός μετά την καταστολή
της Επανάστασης και τον αφοπλισμό των
κατοίκων, εστάθμευσε στο Πισκοκέφαλο.
Την Κεφαλή της Επισκοπής. Με «παραρτήματα»
στην Κάτω και Επάνω Επισκοπή.
Το
Πισκοκέφαλο, λόγω γεωγραφικής θέσης
(κοντά στη θάλασσα) κρίθηκε από τον
Αδοσίδη, κατάλληλο για πρωτεύουσα της
επαρχίας. Όπου όμως ήταν αναγκαίο να
οικοδομηθούν χώροι για τις ανάγκες του
Δημοσίου και απαραιτήτως στρατώνας για
τις ανάγκες των εκεί παραμενόντων
Τούρκων στρατιωτών.
Οπότε
ζήτησε από τον εκ Μέσα Μουλιανών Αναγνώστη
Θωμαδάκη, να πουλήσει στο Δημόσιο τα
οικόπεδά του. Στα δυτικά του χωριού. Τα
οποία ο Θωμαδάκης είχε αγοράσει 6.000
γρόσια. Ζητώντας τώρα από τον Αδοσίδη
70.000 γρόσια. Πάνω από 11 φορές υπεραξία!!!
Αιτία; Οι
χωριανοί, οι οποίοι εξήγησαν στον
Θωμαδάκη ότι παραμένοντες οι Τούρκοι
στρατιώτες στο Πισκοκέφαλο. Θα
δημιουργούσαν πολλά ηθικά και υλικά
προβλήματα στους Χριστιανούς αλλά και
Τούρκους συγχωριανούς τους.
Προβληματισμένος
ο Αδοσίδης, κάλεσε τους Εμμ. Αναγνωστάκη
και Δημ. Κολυδάκη, μεγαλοϊδιοκτήτες
στην «Μπόντα» (όπως και σήμερα), αλλά
και κατόχους μεγάλου τμήματος στα
«Τροχάλια». Στα ερείπια της αρχαίας
Σητείας. Και τους ζήτησε ο Αδοσίδης να
δωρήσουν τα τροχάλια στον Δήμο. Ο οποίος
θα τα πουλούσε στον Αδοσίδη προς 15
παράδες τον πήχυ. Υποσχόμενος ο Αδοσίδης
ότι εκτός από Επαρχείο, δικαστήριο,
στρατώνα, θα έκτιζε εκκλησία και
νοσοκομείο.
Ενώ
η γύρω περιουσία των Αναγνωστάκη,
Κολυδάκη κ.ά. θα αποκτούσε υπεραξία.
Όπως κι έγινε το 1870.
Επί
των ερειπίων του παλαιού κτίστηκε ο
νέος ναός της Αγ. Αικατερίνης.
Όσοι είχαν
οικονομική δυνατότητα αγόρασαν οικόπεδα
και άρχισε να οικοδομείται η Νέα Σητεία.
Η οποία το 1871 χρήστηκε πρωτεύουσα της
Επαρχίας, με το όνομα Αβνιέ. Ως εκδούλευση
από τον Νομάρχη Αδοσίδη στον Στρατιωτικό
Γενικό Διοικητή Κρήτης Χουσεΐν Αβνή
Πασά.
Όμως
η πόλη συνέχισε, όπως και πριν, να
ονομάζεται Λιμήν Σητείας. Τότε που οι
κάτοικοι ήταν ελάχιστοι, με μερικές
αποθήκες στα δυτικά του κολπίσκου και
λίγα καταστήματα. Κυρίως για την
αποθήκευση των εξαγώγιμων προϊόντων.
Μετά το
1871 αρχίζει η ταχύρρυθμη ανάπτυξη της
πόλης. Ο πληθυσμός, κατά το ήμισυ
τουρκικός. Το 1892 υπερέβαινε τις 700 ψυχές.
Κατά το πλείστον έμποροι και
μικροεπαγγελματίες.
Ο νομάρχης
Αδοσίδης, αφού δρομολόγησε τις οικοδομικές
εργασίες στη Νέα Σητεία, αναχώρησε για
την Ιεράπετρα. Όπου η διαμονή του, λόγω
του φιλήσυχου κλίματος ήταν πιο ήρεμη.
Πριν φύγει έχρισε τον βοηθό και ανηψιό
του Διακογιώργη, Έπαρχο της περιοχής
(Καϊμακάμη). Ως αναγνώριση των
αντεπαναστατικών υπηρεσιών του προς
την Πύλη. Αφού ο Διακογιώργης δεν
συντάχθηκε με τους Επαναστάτες του
1866, αλλά με τα συμφέροντα της Πύλης
(Οθωμανών).
Η
οικοδόμηση των χώρων του Δημοσίου στα
«Τροχάλια» έγινε με αγγαρεία των
κατοίκων. Την οποία για να μην εμφανίζεται
ως παράνομη, πλήρωναν με το ελάχιστο
ποσό των 60 παράδων μεροκάματο.
Με
χρήματα της Δημογεραντίας Λασηθίου, η
οποία διαχειριζόταν την Μοναστηριακή
περιουσία, κτίστηκε το Ελληνικό Σχολείο.
Και με επιπλέον έρανο ο νέος Ναός της
Αγίας Αικατερίνης.
Το
1881 με την ολοκλήρωση του Επαρχείου,
προστέθηκαν στον πληθυσμό υπάλληλοι.
Διοικητικοί, δικαστικοί, τελωνειακοί,
στρατιωτικοί, αστυνομικοί και δημαρχιακοί.
Και οι
δικηγόροι Εμμ. Αγγελάκης, Γ. Μητσακάκης.
Οι συμβολαιογράφοι Ευστρ. Βουρδουμπάς,
Ραμαντάν Εφέντης. Οι γιατροί Εμμ.
Φραγκούλης (απόγονοι του οι αυτοκινητιστές
Φραγκούληδες), Γ. Ζερβάκης. Οι διδάσκαλοι
της Αστικής Σχολής και του Τούρκικου
Σχολείου. Οι τηλεγραφητές του Αγγλικού
Τηλεγραφείου Δημ. Αρχανιωτάκης και Σπ.
Μπονιάτης.
Συνεπακόλουθα
προέκυψαν άμεσες ανάγκες ευπρεπούς
στέγασης.
Το 1898 με
την Αυτονομία της Κρήτης. Με παραίνεση
της νέας αστικής τάξης, με απόφαση του
Δημ. Συμβουλίου καταργήθηκε η ονομασία
Αβνιέ. Και για την πρωτεύουσα επανήλθε
η αρχαία ονομασία Σητεία.
Η ύδρευση
της πόλης, όπως γράφουμε στο βιβλίο μας
«Ο Μικρασιάτης Μπ. Βαγγέλης Α΄» β΄
έκδοση, γινόταν από το πηγάδι του
Χαντακίτη. Βρισκόμενο στη Β. Κορνάρου.
Στο χώρο όπου σήμερα το «Δεσποτικό»
(πρώην Εθνική Τράπεζα). Με πολλές δυσκολίες
για τις κατοικίες προς βορρά, λόγω της
ανηφόρας.
Το
πρόβλημα ύδρευσης λύθηκε από την τότε
τουρκοκατοικημένη Ζου. Με τα άφθονα
καλής ποιότητας νερά σε απόσταση 8 χλμ.
από την Σητεία. Το κόστος μεταφοράς ήταν
αβάστακτο για τις οικονομικές αντοχές
του Δήμου.
Οι
βουλευτές της Επαρχίας έφεραν το θέμα
στην Κρητική Βουλή, η οποία στις συνόδους
1906 και 1907, έγραψε πίστωση στον προϋπολογισμό,
τελειώνοντας το έργο το 1911.
Η
κεντρική σωλήνα από τη Ζου στη Σητεία,
κατέληγε στο κτίριο της παλαιάς Δεξαμενής.
Επί της οδού Πλαστήρα, λοξά απέναντι
από τα γραφεία της ΔΕΥΑ Σητείας. Το μικρό
κτίριο 110 ετών δικαιούται ιστορικής
προβολής.
Στα καφενεία
και μεγαλόσπιτα με αυλές υπήρχαν πηγάδια
με δροσερό «χορταστικό» νερό για τους
καλοκαιρινούς μήνες. Αξέχαστο το
«υποβρύχιο» του Χαχλάκη. Το γεμάτο
κουτάλι με ζαχαρωτή βανίλια ή φυστίκι,
φουνταρισμένο στο δροσερό νεροπότηρο.
Που σήμερα… έχει χάσει τη… γλύκα του.
Από
την κεντρική δεξαμενή υδρεύονταν οι
κοινής χρήσεως δημοτικές βρύσες της
πόλης.
Η
οικοδόμηση άνετων κατοικιών από εύπορους
Χριστιανούς κυριάρχησε στην επίπεδη
περιοχή. Από τα «Πλατανάρια» προς τη
«Βλυχάδα». (Σήμερα: Από το Συντριβάνι
προς τις «Πάπιες»). Και δεξιά-αριστερά
κάτωθεν της Αγ. Αικατερίνης. Β. ανατολικά
ήταν η Καζάρμα. Το Νεκροταφείο. Μερικά
χαμηλόσπιτα Τούρκων, τα οποία το 1923
δόθηκαν ως ανταλλάξιμα. Στους Μικρασιάτες
Πρόσφυγες.
Στο
επόμενο Β΄ Μέρος διαβάστε «Η κοινωνική
ζωή στη Νέα Σητεία».
Γιώργος Αλεβίζος
Νοε. 2024
Υ.Γ.
Το 2021 συμπληρώθηκαν 150 χρόνια από την
ίδρυση της πρωτεύουσας Σητείας. Αυτή η
επέτειος ΤΕΛΕΙΩΣ αγνοήθηκε από την
Δημοτική Αρχή. Ποτέ όμως δεν είναι αργά.
Ας το λάβουν υπόψη.