Από τα μέσα Σεπτεμβρίου και κυρίως το τελευταίο δεκαπενθήμερο, η ανησυχία στους κόλπους των αλιέων, αλλά και της επιστημονικής κοινότητας, ολοένα και αυξάνεται, καθώς καταγράφεται αυξημένη θνησιμότητα σε ψάρια της οικογένειας Epinephelidae, όπως ροφοί,
στήρες και σφυρίδες. Η ανησυχητική αυτή εικόνα καταγράφεται, σύμφωνα με το ΕΛΚΕΘΕ, τόσο στην Κρήτη, και ιδιαίτερα στο νομό Λασιθίου, όσο και στις Κυκλάδες. Νεκρά ψάρια εντοπίζονται στις ακτές, ενώ πολλά άλλα παρατηρούνται ετοιμοθάνατα στην επιφάνεια της θάλασσας, κινούμενα αργά και σε σπειροειδή τροχιά, συχνά με την κοιλιά προς τα πάνω.Ο ιός ξεκίνησε να εμφανίζεται στην Κρήτη από τη βόρεια και δυτική πλευρά της Σητείας και πλέον έχει εξαπλωθεί σε όλη τη νότια Κρήτη και περίπου στο μισό τμήμα του βόρειου τμήματος του νησιού.
Οι επιστήμονες του ΕΛΚΕΘΕ, έχοντας ήδη ξεκινήσει συστηματική διερεύνηση του φαινομένου, εκτιμούν ότι η αιτία της θνησιμότητας είναι η ιογενής εγκεφαλοπάθεια και αμφιβληστροειδοπάθεια, που προκαλείται από τον ιό Betanodavirus. Πρόκειται για έναν ιό ευρέως διαδεδομένο στη Μεσόγειο, ο οποίος προσβάλλει με ιδιαίτερη ένταση τα είδη της οικογένειας Epinephelidae, καθώς εμφανίζουν αυξημένη ευαισθησία.
Όπως επισημαίνει μιλώντας στο Ράδιο Λασίθι ο Δρ. Παντελής Καθάριος, ερευνητής του ΕΛΚΕΘΕ και υπεύθυνος για τη σχετική έρευνα που βρίσκεται σε εξέλιξη, το φαινόμενο δεν είναι πρωτοφανές, καθώς έχουν καταγραφεί παρόμοια περιστατικά και στο παρελθόν. Ωστόσο, η έκταση που έχει λάβει φέτος προκαλεί έντονο προβληματισμό. Ο Δρ. Καθάριος τόνισε ότι, ενώ ο ιός Betanodavirus είναι γνωστός και υπαρκτός στη φύση, φέτος, ο αριθμός των ψαριών που έχουν προσβληθεί, καθώς και οι αναφορές που λαμβάνουν, είναι πολύ μεγαλύτερος σε σχέση με προηγούμενες χρονιές. Σημαντικό είναι, επίσης, το γεγονός ότι η μετάδοση του ιού γίνεται από ψάρι σε ψάρι, γεγονός που δυσχεραίνει τον έλεγχο της εξάπλωσής του.
Σύμφωνα με τον κ. Καθάριο μετά τη χθεσινή ανακοίνωση του ΕΛΚΕΘΕ στην οποία παρουσιάστηκε το πρόβλημα έχουν υπάρξει πάρα πολλά τηλεφωνήματα από επαγγελματίες και ερασιτέχνες αλιείς από πολλές άλλες περιοχές της Ελλάδας που παρατηρούν το ίδιο φαινόμενο κάτι που δείχνει πως πρέπει να ενταθούν οι έρευνες για την κατανόηση του φετινού φαινομένου
Στο Ράδιο Λασίθι μίλησε και ο ο Δημήτρης Τσιριγωτάκης, πρόεδρος του Συλλόγου Επαγγελματιών Αλιέων Σητείας, ο οποίος ανέφερε ότι στην περιοχή της Σητείας, μέχρι στιγμής, έχουν εντοπιστεί νεκροί μόνο ροφοί και στήρες, ενώ δεν έχουν βρεθεί σφυρίδες. Ωστόσο, η παρουσία του ιού σε σφυρίδες έχει επιβεβαιωθεί στις Κυκλάδες.
Σύμφωνα με τον κ. Τσιριγωτάκη, οι ψαράδες έχουν ενημερωθεί από το ΕΛΚΕΘΕ για την κατάσταση και δεν συλλέγουν τα νεκρά ή ετοιμοθάνατα ψάρια, καθώς υπάρχει ο κίνδυνος να καταλήξουν στην αγορά.
Πέραν των οικονομικών επιπτώσεων, η θνησιμότητα των ψαριών από τον ιό Betanodavirus εγείρει ανησυχίες και για τις ευρύτερες επιπτώσεις στο θαλάσσιο οικοσύστημα. O Δρ. Καθάριος, αναφερόμενος στο πρόβλημα, τόνισε ότι τα ψάρια που πεθαίνουν είναι συνήθως μεγάλα σε μέγεθος και ηλικία, γεγονός που σημαίνει ότι έχουν ήδη αναπαραχθεί. Ωστόσο, η απώλεια τόσων πολλών γεννητόρων θα έχει αναπόφευκτα επιπτώσεις στην αναπαραγωγή των ειδών αυτών στο μέλλον. Επιπλέον, δεδομένου ότι τα ψάρια αυτά βρίσκονται ψηλά στην τροφική αλυσίδα, η μείωση του πληθυσμού τους θα επηρεάσει και τα υπόλοιπα είδη του οικοσυστήματος.
Παράλληλα, εντείνονται οι φόβοι ότι η κλιματική αλλαγή και η αύξηση της θερμοκρασίας των υδάτων ενδέχεται να συμβάλλει στην εξάπλωση του φαινομένου. Ο Δρ. Καθάριος επισημαίνει ότι ο ιός Betanodavirus παρουσιάζει αυξημένη μολυσματικότητα σε θερμοκρασίες μεταξύ 22-25°C, θερμοκρασίες που συναντώνται συχνά κατά τους καλοκαιρινούς και φθινοπωρινούς μήνες. Η παρατεταμένη, λοιπόν, άνοδος της θερμοκρασίας, λόγω της κλιματικής αλλαγής, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μεγαλύτερης διάρκειας εξάρσεις του φαινομένου.
Σημαντικό είναι να τονιστεί ότι, σύμφωνα με το ΕΛΚΕΘΕ, ο ιός Betanodavirus προσβάλλει αποκλειστικά τα ψάρια και δεν μεταδίδεται στον άνθρωπο, επομένως, δεν υπάρχει κίνδυνος άμεσος κίνδυνος για τη δημόσια υγεία. Ωστόσο, για λόγους υγειονομικής ασφάλειας, καθώς και για την αποφυγή περαιτέρω διάδοσης του ιού, τα ημιθανή η νεκρά ψάρια δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να καταναλώνονται αφού μπορεί να παρουσιάζουν άλλου είδους αλλοιώσεις.
Το ΕΛΚΕΘΕ συνεχίζει τη συστηματική μελέτη του φαινομένου και καλεί τους πολίτες που παρατηρούν θνησιμότητα σε ψάρια να επικοινωνούν με τους αρμόδιους φορείς.
Η έρευνα βρίσκεται σε εξέλιξη και τα αποτελέσματα αναμένονται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς θα ρίξουν φως στις αιτίες της έξαρσης του φαινομένου και θα βοηθήσουν στον σχεδιασμό μέτρων για την προστασία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και την αλιεία.
Πηγή : Ράδιο Λασίθι