του Δρ. Γεώργιου Ι. Τσικαλάκη
μέλλος ΕΔΙΠ- Τμήμα Επιστημών
Διατροφής & Διαιτολογίας- ΕΛΜΕΠΑ
Πανοσιολογιώτατε Πρωτοσύγγελε και Ηγούμενε της Μονής Τοπλού κ. Αμβρόσιε, σεβαστοί πατέρες, κ. Δήμαρχε, κ. αντιπεριφερειάρχα, κοι. Αντιδήμαρχοι και μέλη του δημοτικού συμβουλίου και περιφερειακού συμβουλίου, κύριοι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί, εκπρόσωποι των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας, κ. συνάδελφοι εκπαιδευτικοί, κυρίες και κύριοι.
Ίσως είναι γεγονός μοναδικό στην παγκόσμια ιστορία, ένας λαός να εορτάζει την έναρξη μιας πολεμικής επιχείρησης αντί για τα επινίκια του τέλος κάθε πολεμικής αναμέτρησης. Το ίδιο συνέβη και με την εμπλοκή της Ελλάδας στον τραγικότερο ίσως πόλεμο της παγκόσμιας ιστορίας το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Γιατί οι Έλληνες μάθαμε να γιορτάζουμε τον πόλεμο ως γιορτή που αναγεννά το έθνος, χωρίς να περιμένει ανταπόδοση.
Το πρωινό εκείνο του Οκτώβρη του 1940 δεν συνέβη το αναπάντεχο. Ήδη από το πρωί της 14ης Αυγούστου είχε ξεκινήσει η σύγκρουση ανάμεσα σε Ελλάδα και Ιταλία, όταν ο διοικητής Αρχιπελάγους De Vecci δίνει εντολή στο υποβρύχιο Delfino να ξεκινήσει από την ιταλοκρατούμενη Λέρο για Τήνο. Στόχος ο τορπιλισμός μονάδων του Ελληνικού στόλου που συμμετείχαν στον εορτασμό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Σκοπό είχαν να προκαλέσουν πολεμικές ζημίες αλλά και να τρομοκρατήσουν τον Ελληνικό λαό. Στην πραγματικότητα δεν κατάφερα τίποτα από όλα αυτά. Αφ’ ενός μεν οι ιταλικές τορπίλες αντί να βυθίσουν κάποια αξιόλογη μονάδα, βύθισαν μόνο το γέρικο σκαρί του εύδρομου Έλλη, αφ’ ετέρου δε χαλύβδωσαν τη διάθεση του Ελληνικού λαού για αντίσταση. Γιατί από εκείνη την ημέρα ξεκίνησε η αντίσταση του Ελληνικού λαού, όχι ένα γεγονός που ήρθε από το πουθενά ή μόνο προϊόν εξαιτίας ιστορικών καταβολών, αλλά ως προετοιμασία και καλλιέργεια του φρονήματος που μεταβλήθηκε σε συνειδητή ενέργεια ελευθέρων στη σκέψη και στο φρόνιμα ανθρώπων. Ο χρόνος, λοιπόν από 15 Αυγούστου έως 27 Οκτωβρίου δόθηκε χρόνος για την καλλιέργεια της συλλογικής συνείδησης και αντίδρασης κατά του εισβολέα και όχι μόνο τούτο, έγινε παράλληλα πηγή ελπίδας για την ανθρωπότητα ως υπέρβαση της έως τότε κατεστημένης αντίληψης περί ισχυρού και περί αδυνάτου.
Το απόγευμα της Κυριακής 27 Οκτωβρίου 1940 τα βαριά σύννεφα της Ηπείρου εκτός από τη βροχή καλύπτουν και τα γεγονότα που αναμένονται. Στο γραφείο του Μεράρχου Ιωαννίνων υποστράτηγου Χαράλαμπου Κατσιμήτρου συζητούνται τα νέα της μεθορίου, σύμφωνα με τα οποία οι Ιταλοί καταλαμβάνουν θέσεις μάχης. Ο Κατσιμήτρος τηλεγραφεί στην Αθήνα τα νέα σημειώνοντας: «Χωρίς νὰ ἔχω τὸ ἀνάστημα τοῦ Στρατηγοῦ Πεταῖν, ὅστις κατὰ τὸ 1916 ἀμυνόμενος σθεναρῶς τοῦ Βερστάιν εἶπε: “δὲ θὲ περάσουν οἱ Γερμανοί” καὶ δὲν ἐπέρασαν, δύναμαι κι ἐγώ νὰ βεβαιώσω ὲν πλήρει πεποιθήσει ὅτι δὲν θὰ περάσουν οἱ Ἰταλοί ἀπό τὸ Καλπάκι».
Μέχρι τότε ο Ιωάννης Μεταξάς, έκανε ότι περνούσε από το χέρι του να κρατήσει τη χώρα μακριά από τον πόλεμο. Παρά την ιδεολογική έλξη που ασκούσε στον Μεταξά ο ευρωπαϊκός φασισμός δεν ήταν τόσο ριζοσπαστικός στην πολιτική του όπως ο Μουσολίνι ή ό Χίτλερ, παρέμενε ένας παραδοσιακός πολιτικός με συναίσθησης της γεωπολιτικής πραγματικότητας. Πίστευε ότι το συμφέρον της χώρας ήταν να εναρμονίσει την εξωτερική πολιτική της με τη Μ. Βρετανία. Ο ίδιος δεν έτρεφε εδαφικές διεκδικήσεις έναντι γειτονικών κρατών και γι’ αυτό κρατούσε σταθερή πολιτική ουδετερότητας. Ωστόσο όταν στις 28 Οκτωβρίου έφτασε το Ιταλικό τελεσίγραφο για άνευ όρων παράδοση αρνείται κατηγορηματικά να υποκύψει. Δε θα μπω στην άσκοπη και επιτρέψτε μου να πω, βλακώδη αντιπαράθεση, αν το όχι το είπε ο Μεταξάς ή ο Ελλήνικός λαός, γιατί απλούστατα στις μεγάλες στιγμές απαιτούνται μεγάλες προσωπικότητες που θα δώσουν άμεσα την απάντηση εκφράζοντας τα αισθήματα του λαού τους. Μπορούμε όμως να θέσουμε ερωτήματα αν πίσω από την απάντηση του κρύβονταν, ο εναρμονισμός των αισθημάτων του με τον Ελληνικό λαό, ή η υποχρέωση που αισθάνονταν στους δεσμούς του με την Μ. Βρετανία ή του αισθήματος καθήκοντος ίσως και της ψυχρόαιμης αξιολόγησης της κατάστασης και των μελλοντικών εξελίξεων. Σε κάθε περίπτωση ο Ιωάννης Μεταξάς, τη στιγμή εκείνη απάντησε ως όφειλε να πράξει ο ηγέτη της χώρας, έχοντας πλήρως κατανοήσει τα αισθήματα του Ελληνικού λαού και εκφράζοντας τους όρκους που ο ίδιος είχε δώσει ως πρώην Έλληνας αξιωματικός. Ήταν σαφές για τον ίδιο ότι τα όποια εφήμερα κέρδη για την Ελλάδα στα πλαίσια του ιδεολογικού πολέμου και της πάλης δύο διαφορετικών κόσμων δε θα είχαν μακροημέρευση. Έτσι έκρινε στη δύση του βίου του ότι η θέση της Ελλάδας ήταν στον κόσμο της δημοκρατίας, την οποία ο ίδιος έμπρακτα είχε αμφισβητήσει. Η θέση της χώρας ήταν σε ένα κόσμο που υπακούει στις αποφάσεις της πλειοψηφίας του λαού και της λειτουργίας των θεσμών.
Η απόφαση της Ελλάδας να αντισταθεί προκαλεί αυθημερόν εκδηλώσεις θαυμασμού, κυρίως στη Μεγάλη Βρετανία και τις χώρες της Κοινοπολιτείας. Σταδιακά αρχίζουν να καταφθάνουν δεκάδες μηνύματα συμπαράστασης, με πρώτο αυτό του βασιλιά της Αγγλίας Γεώργιου ΣΤ’, που τονίζει: «Η υπόθεσίς σας είναι και ιδική μας υπόθεσις». Στο ίδιο μήκος κύματος και το τηλεγράφημα του Τσόρτσιλ: «Θα σας παράσχομεν όλην την δυνατήν βοήθειαν μαχόμενοι εναντίον του κοινού εχθρού και θα μοιρασθώμεν την κοινήν νίκην».
Οι ΗΠΑ, που δεν είχαν εισέλθει ακόμα στον πόλεμο, εξέφρασαν απλώς τη λύπη τους δια του Προέδρου Ρούζβελτ, ενώ η Σοβιετική Ένωση παρέμεινε «άφωνη», αφού δεσμευόταν από το σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότωφ. Σε αντίθεση, ο Τουρκικός Τύπος δε φείδεται διθυραμβικών επαίνων για το «ΟΧΙ». Η «Ικδάμ» έγραφε στις 29 Οκτωβρίου «Ζήτω η Ελλάς! Είμαστε υπερήφανοι, που έχουμε σύμμαχο ένα τέτοιο έθνος», ενώ η «Βακίτ» ανέφερε την Ελλάδα ως «αλησμόνητο για όλο τον κόσμο παράδειγμα γενναιότητας».
Κυρίες και κύριοι,
84 χρόνια μετά την ιστορική μάχη του Ελληνικού στρατού στη Βόρειο Ήπειρο ενάντια στη φασιστική Ιταλία και το αίσθημα συγκίνησης και χαράς κατακλύζει το νου και τα συναισθήματα των νεοελλήνων, αφού η νίκη αυτή, στα χιονισμένα βουνά της Πίνδου, δεν είναι απλά μέρος της πολεμικής ιστορίας στην πορεία του Ελληνισμού, αλλά μια ένδοξη νίκη υπεράσπισης του πάτριου εδάφους. Είναι το αποτέλεσμα της νίκης που προέρχεται από την αρχέγονη εντολή υπεράσπισης βωμών και εστιών. Μια εντολή 3.000 και πλέον ετών που βεβαιώνει την πορεία του Ελληνισμού ως αδιάσπαστης ενότητα και ιστορική συνέχεια, αξιών και προτύπων. Το ηθικό παράδειγμα της Ελλάδας, σε μια εποχή όπου μόνο η Βρετανική Αυτοκρατορία αντιστεκόταν στις δυνάμεις του Άξονα, έδειξε ότι μια μικρή χώρας, όχι μόνο αντιστεκόταν με τόλμη ενάντια σε μια, υποτίθεται παντοδύναμη, φασιστική Ιταλία, αλλά κατήγαγε και σημαντικές νίκες.
Όμως φίλοι επιτρέψτε μου να πω μια τελευταία σκέψη. Διαισθάνομαι ότι η σημερινή Ελλάδα αρέσκεται να επαίρεται στο όνομα των ενδόξων προγόνων αντί να εφαρμόζει το παράδειγμά τους. Όχι μόνο του κυβερνήτη του 1940 αλλά κυρίως εκείνων που έπεσαν στον αγώνα. Ανθρώπων όπως ο Βασίλειος Τσαβαλιάρης πρώτο πεσών οπλίτης, ο Αλέξανδρος Διάκος, από τα ιταλοκρατούμενα Δωδεκάνησα, πρώτος πεσών Έλληνας αξιωματικός. Ο Ελληνοεβραίος Μαρδοχαίος Φρυζής πρώτος ανώτερος πεσών αξιωματικός και άλλων 12.898 αξιωματικών και οπλιτών πεσόντων του Ελληνοιταλικού και Ελληνογερμανικού πολέμου. Οφείλουμε σήμερα σε μια εποχή σύγχυσης και πνευματικής χαλάρωσης το παράδειγμα των αγωνιστών του ’40, να γίνει αιτία αφύπνισης της εθνικής συνείδησης, όχι ως εθνικισμός ή ως πατριωτικό κήρυγμα δεξίας ή αριστεράς (εξάλλου δεν έχουμε την πολυτέλεια της διάσπασης για άλλη μια φορά) αλλά ως αξιακός αναπροσδιορισμός στα πρότυπα που όρισαν τον Ελληνισμό και έγιναν αιτία να επαιρόμεθα σήμερα στο όνομα των προγόνων μας. Οφείλουμε ενότητα αν θέλουμε να ελπίζουμε στο μέλλων των παιδιών μας, οφείλουμε αγάπη σε αξίες του Ελληνισμού που σήμερα αποτελούν παγκόσμιο παράδειγμα, οφείλουμε να εργαστούμε για την Ελλδάδα που θα δούμε να προκόβει. ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΔΑ, ΖΗΤΩ ΤΟ ΕΘΝΟΣ!
Πηγή : Style 100Fm