Της Ιωάννας Σφακιανάκη
25 Νοέμβρη. Η σημερινή ημέρα είναι ξεχωριστή για τη Σητεία και του Σητειακούς.
Γιορτάζει η Πολιούχος της Σητείας, η Αγία Αικατερίνη.
Ο μεγαλόπρεπος ναός της Αγίας δέσποζε της νέας πόλης ως σύμβολο του νέου ξεκινήματός της, όπως η Καζάρμα συμβόλιζε το ένδοξο παρελθόν της.
«Ανέγερσις εκ θεμελίων ναού Αγίας Αικατερίνης (1890-99)» αναφέρει στα "Απομνημονεύματα" του ο θεμελιωτής Επισκόπος Αμβρόσιος Σφακιανάκης στη σελίδα 99, και όπως καταλαβαίνουμε κράτησε 9 όλόκληρα χρόνια η κατασκευή της.
Και συνεχίζει: "Εικονογράφησις αυτού(1908), Πλακόστρωσις(1909), Ισοπέδωση της αυλής και περιτείχιση(1914). Ολική δαπάνη 850.000 δραχμών περίπου εκ Πανσητειακών εράνων εξευρεθησών".
Ποσόν τεράστιο για την εποχή εκείνη.
Για το λόγο αυτό διεξήχθησαν επανειλημμένα έρανοι όχι μόνο στην πόλη, αλλά και σε όλη την Επαρχία στα χρόνια της ανέγερσης.
Μετά την επιλογή των ερειπίων της παλαιάς Σητείας ως νέας πρωτεύουσας της Επαρχίας από τον Αβνή Πασά και τον Διοικητή του Λασιθίου (Μουτασαρίφ) Κωστή Αδοσίδη Πασά το 1870 αντί του Πισκοκεφάλου, το οποίο κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας ήταν το διοικητικό κέντρο της Επαρχίας, η αναγκαιότητα της ίδρυσης ναού των Ορθοδόξων εθεωρείτο δεδομένη, παράλληλα με την ίδρυση Τζαμιού για το Μουσουλμανικό πληθυσμό.
Το ρυμοτομικό σχέδιο ήταν του Αβνή Πασά και η νέα πόλη προς τιμήν του ονομάστηκε Αβνιέ ονομασία που μόνο οι Μουσουλμάνοι συνήθιζαν να την λένε, ενώ οι Χριστιανοί την έλεγαν το Λιμάνι της Σητείας ή Σ(η)τεία.
Ο θεμέλιος λίθος για την ανέγερση της Πολιούχου της Σητείας τέθηκε το 1890 για να ικανοποιήσει τις θρησκευτικές ανάγκες του Χριστιανικού πληθυσμού της πόλης, η οποία σύμφωνα με την πρόσφατη Τουρκική απογραφή του 1881 (1η έως 11η Οκτωβρίου) είχε 568 κατοίκους από τους οποίους οι 256 αποτελούσαν τις 70 χριστιανικές οικογένειες και οι 312 τις 88 μουσουλμανικές.
Ασφαλώς, εννέα χρόνια μετά, θα υπήρξε αλματώδης αύξηση του Χριστιανικού πληθυσμού, με την κάθοδο από τα χωριά της Επαρχίας, ώστε κατά την απογραφή του 1900, στην ελεύθερη Κρήτη, οι κάτοικοι της πόλεως Σητείας έφθασαν τους 1053, αριθμός αρκετά μεγάλος σε σχέση με την προηγούμενη απογραφή, αν ληφθεί υπόψη ότι ο Μουσουλμανικός πληθυσμός είχε μεταναστεύσει από την Κρήτη κατά το μεγαλύτερο μέρος του.
Ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα οι μεγάλες επαναστάσεις της Κρήτης είχαν επιτύχει την κατάκτηση ορισμένων θρησκευτικών ελευθεριών οι οποίες κατοχυρώθηκαν και διευρύνθηκαν με το Χάττι Χουμαγιούν (1856), τον Οργανικό Νόμο (1868) και τη Σύμβαση της Χαλέπας (1878). Ένας από τούς βασικούς νόμους που καταργήθηκε ήταν αυτός που απαγόρευε την ίδρυση νέων χριστιανικών ναών (Σεριάτ).
Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι για τις πρώτες θρησκευτικές ανάγκες των Χριστιανών της νέας πρωτεύουσας, χρησιμοποιήθηκε ο ερειπωμένος ναός της "Santa Caterina" των Αυγουστινιανών ο οποίος ασφαλώς υπέστη κάποιες εργασίες επισκευών. Τα κείμενα μιλούν με βεβαιότητα για την ανέγερση του νέου ναού της Αγίας Αικατερίνης επί παλαιού ναού στην ίδια θέση.
Άποψη της πόλης στις αρχές του 20ου αιώνα.
|
Από τα πιο πάνω, δεν είναι σαφές αν δημιουργήθηκε στη θέση αυτή μικρή εκκλησία στην οποία λειτουργούσαν οι Χριστιανοί ή αν επί των ερειπίων του Λατινικού ναού ανηγέρθη ο νέος και οι Ορθόδοξοι κάτοικοι της πόλης εκκλησιάζοντο μέχρι τότε σε άλλο ναό όπως σ’ αυτόν του Αγίου Ιωάννου.
Πιστεύουμε όμως, ότι -όπως προαναφέρθηκε- επισκευάστηκε πρόχειρα ο παλαιός ναός της "Santa Caterina" και χρησιμοποιήθηκε για τις λατρευτικές ανάγκες των Χριστιανών και μετά κατεδαφίστηκε για να αναγερθεί στη θέση του ο νέος ναός.
Αυτό προκύπτει σαφέστατα από το κείμενο της αφιερωτικής-κτητορικής πλάκας που εντοιχίστηκε στο νέο ναό κατά τα εγκαίνιά του το 1899.
Το κείμενο έχει ως εξής σε μικρογράμματη μεταγραφή:
"Πανσητειωτών εράνω και επιμελεία Προκρίτων Λιμένος Σητείας ανοικοδομήθη ευρυχωρότερος και μεγαλοπρεπέστερος ο Καθεδρικός ούτος Ναός εν έτει 1890 προς τιμήν και αίνον της Αγίας και Πανσόφου Νύμφης του Χριστού Αικατερίνης ετελέσθησαν δε τα εγκαίνια αυτού εν έτει 1899 Αρχιερατεύοντος του Σητείας και Ιεράς Αμβροσίου".
Οι έρανοι αυτοί των Πανσητειωτών, που αναφέρει η πλάκα των εγκαινίων, με την επιμέλεια των Προκρίτων του Λιμένος Σητείας, απέφεραν όχι μόνο χρηματικά ποσά αλλά και ατομικές προσφορές σε προσωπική εργασία και σε οικοδομικά υλικά.
Από το πιο πάνω κείμενο, που έχει την άμεση εγκυρότητα, αφήνεται καθαρά να εννοηθεί η ύπαρξη στον ίδιο χώρο ναού «ολιγότερον ευρύχωρου και χωρίς την ανάλογη μεγαλοπρέπεια» αλλά πάντως ναού εν λειτουργία, ο οποίος κατεδαφίστηκε για να κτιστεί ο νέος ναός «ευρυχωρότερος και μεγαλοπρεπέστερος».
Ο ναός δεσπόζει της πόλης στις αρχές του 20ου αιώνα |
Στο περιοδικό «Μύσων» αναγράφονται τα ακόλουθα: «Επί των ερειπίων παλαιού ναού της Αγίας Αικατερίνης ανηγέρθη επιστασία του αναπληρωτού του Επάρχου (Μουαβίνη) Νικολετάκη εκ Ρεθύμνης νέος ναός της Αγίας Αικατερίνης εις την δυτικήν θύραν του οποίου είχε ταφεί η αποθανούσα σύζυγος του Νικολετάκη» (Bλ. Περιοδικό «Mύσων», Tόμος ΣT΄ (1937), σελ 46). Τέλος τα Απομνημονεύματα του Επισκόπου Αμβροσίου αναφέρουν «Ανέγερσις εκ θεμελίων ναού Αγίας Αικατερίνης (1890-99)» (Bλ. παρ. σελ. 99).
Ο θεμέλιος λίθος, σύμφωνα με την εντοιχισμένη πλάκα αλλά και τα Απομνημονεύματα του Επισκόπου Αμβροσίου, θα πρέπει να αποτέλεσε και ίσως το πρώτο σε προτεραιότητα έργο του Επισκόπου, ο οποίος μόλις προ ολίγων μηνών είχε αναλάβει τα Επισκοπικά του καθήκοντα. Σε ηλικία 33 ετών.
Επίσκοπος Αμβρόσιος Σφακιανάκης |
Η Επανάσταση του 1866 διέκοψε τις σπουδές του στη στοιχειώδη εκπαίδευση και άφησε έντονες μνήμες στο δεκαετή Δημήτριο. Τις Γυμνασιακές σπουδές του περάτωσε στο Ημιγυμνάσιο Ηρακλείου. Ακολούθως εφοίτησε στην Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων ως υπότροφος.
Επειδή η Σχολή έκλεισε το 1876 μετέβη στην Ιερισσό όπου χειροτονήθηκε Διάκονος. Ακολούθως μετέβη στην Aλεξάνδρεια, αλλά επανήλθε στην Αθήνα όπου φοίτησε στη Ριζάρειο Σχολή και το 1882 ενεγράφη στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών από όπου απεφοίτησε το 1887. Υπήρξε φίλος και συμμαθητής με τον Ελευθέριο Κ.Βενιζέλο, Ιωαν.Περδικάρη κ.α.
Επανελθών στην Αλεξάνδρεια έφθασε στο βαθμό του Μεγάλου Αρχιμανδρίτη και Ιεροκήρυκος πάσης Αιγύπτου, παρά τον Πατριάρχη Σοφρώνιο, που υπηρετούσε ως Πρεσβύτερος μετά τον Αγ.Νεκτάριο. Εκεί επληροφορήθη την εκλογήν του από την Ιερά Σύνοδο της Κρήτης ως Επισκόπου Ιεράς και Σητείας και χειροτονήθηκε στο Ηράκλειο στις 28 Ιανουαρίου 1890. Τον είχε προτείνει ο ίδιος ο Γρηγ.Παπαδοπετράκης τον οποίο διαδέχτηκε.
Η Επισκοπική του δράση υπήρξε πολυσχιδής και παραγωγική. Η συμβολή του στην εκκλησιαστική και πολιτική ιστορία της Ιεράπετρας και Σητείας ήταν καθοριστική ιδιαίτερα διότι συνέδεσε το όνομά του με την Επανάσταση του 1897-98 και τη μεγάλη αναδιοργανωτική προσπάθεια σε Εκκλησία και Παιδεία. Ο μακαριστός ιεράρχης υπήρξε πολύ αγαπητός και λαοφιλής σε όλο το Λασίθι. Απέθανε στις 5 Ιανουαρίου 1929 στα 73 του χρόνια.
(Σύντομα θα επανέλθουμε με βιογραφικό αφιέρωμα στον σεπτό αυτό Βραχασιώτη ιεράρχη Αμβρόσιο Σφακιανάκη, που η πορεία του καθορίστηκε από ένα μοναδικό θαύμα... )
σ.σ (Εικάζουμε πως ο διακαής πόθος του Επισκόπου για την ανέγερση του συγκεκριμένου ναού προερχόταν εξάρχως από την επιθυμία να θεμελιώσει έναν ναό με το όνομα της αγαπημένης Βραχασιώτισσας γιαγιάς του, Αικατερίνης Χατζάκη, -η οποία μεγάλωσε με στοργή τον ορφανό πατέρα του Γεώργιο, αλλά και τον ίδιο, κάποιο μεγάλο διάστημα- για να τιμήσει την μνήμη της. Ήθελε πιθανόν να αποζημιώσει και αυτόν τον πατέρα, που με τόση αγάπη και υπερπροστατευτική στοργικότητα τον περιέβαλε και τον μεγάλωσε όντας ορφανός και ο ίδιος, αλλά και στη μνήμη της πολυαγαπημένης μητέρας του Ειρήνης (Αικατερίνη) Δασκαλάκη, η οποία θυσιάστηκε για την ζωή και την υγεία του γιού της Αμβρόσιου (κατά κόσμον Δημήτριου).
Δεν γνωρίζουμε παρά ελάχιστα στοιχεία για την ανέγερση του ναού. Αρχεία της Ενορίας δεν υπάρχουν προ του 1899 και τα αντίστοιχα της Επισκοπής επί εποχής Επισκόπου Aμβροσίου δεν βρέθηκαν στη Μητρόπολη Ιεραπύτνης και Σητείας.
Πρωτομάστορας, σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες, φέρεται ο εκ Χαμαιζίου Δημήτριος Αναγνωστάκης που έκτισε και την παλαιά κρήνη του Χαμαιζίου, κάτω από την εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα, το 1890 και πιθανώς προσέθεσε λίγο αργότερα (1894) και τούς δύο θόλους στην ίδια παλιά εκκλησία.
Ως τεχνίτες βοηθοί του, αναφέρονται οι επίσης Χαμαιζιανοί, Εμμ. Παπαδομανωλάκης, Γ. Καζαμίας και Εμμ. Λιουδάκης, επιβεβαιώνοντας την παράδοση, που και σήμερα συνεχίζεται, για την αξία των Χαμαιζιανών κτιστών.
Αλλά αν για τους μαστόρους μας πληροφορεί η προφορική παράδοση, μία πρόσφατη δημοσίευση ενός κειμένου του 1895 μας αποκάλυψε το όνομα του εκπονήσαντος τα σχέδια μηχανικού (Bλ. N I.Παπαδάκη «Aπό Λιμένος Σητείας εις Mονήν Kαψάν (1895), Σητεία 1998, σελ. 10, υποσ.1).
Πρόκειται για τον Μηνά Ωρολογά του οποίου αγνοούμε την καταγωγή. Σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες κατήγετο από τα Ιωάννινα αν και το επώνυμο δεν απαντάται καθόλου στην περιοχή της Ηπείρου.
Αντίθετα είναι σύνηθες στη Σάμο από όπου προέρχονται και οι πρόγονοι των εχόντων το ίδιο επώνυμο οικογενειών του Ηρακλείου και των Χανίων. Πάντως φαίνεται, σύμφωνα με τις συνθήκες της εποχής, ότι θα ήταν δυσχερέστατη η κλήση μηχανικού από την ηπειρωτική Ελλάδα, εκτός ίσως, από κάποια νησιά του Αιγαίου.
Άποψη της Σητείας το 1910
|
Τα κείμενα μιλούν με βεβαιότητα για την ανέγερση του νέου ναού της Αγίας Αικατερίνης επί παλαιού ναού στην ίδια θέση. Ο Gerola, στις αρχές του αιώνα γράφει σχετικά «Η σημερινή ορθόδοξη εκκλησία που βρίσκεται στη μέση της πόλης ξανακτισμένη από τα θεμέλια, ονομαζόταν με το ιταλικό όνομα «Santa Caterina». Και ασφαλώς ανταποκρινότανε στην αρχική εκκλησία των Αυγουστίνων, που καταστράφηκε αρκετά από την εισβολή του Μπαρμπαρόσσα»
Άποψη Σητείας σε καρτ-ποστάλ
|
Από τα δελτάρια αυτά μπορεί κανείς να παρακολουθήσει την πολεοδομική εξέλιξη της πόλης, μέχρι και το 1950, οπότε ξεκίνησε η πληθυσμιακή και οικοδομική έκρηξη.
Ένα σημαντικό ιστορικό ντοκουμέντο που αποτελεί την παλαιότερη απεικόνιση του ναού της Αγίας Αικατερίνης είναι η επιστολική κάρτα που παρουσιάζει τον ίδιο το ναό, φωτογραφημένο στις αρχές του αιώνα, από τον ονομαστό για την εποχή του Τουρκοκρητικό φωτογράφο του Ηρακλείου R. Behaeddin, λίγα χρόνια μετά τα εγκαίνια.
Αγ.Αικατερίνη 1901
|
Ο πρώτος ναός δεν είχε κωδωνοστάσιο. Το πρώτο κωδωνοστάσιο στη νοτιοδυτική πλευρά κατασκευάστηκε το 1938 από το μηχανικό Χαράλαμπο Μαρκάκη με επιβλέποντα μηχανικό τον Ιωάννη Βαρκαράκη.
Αυτά, αποτέλεσαν τα στοιχεία της λεγόμενης β' φάσης του ναού μαζί με τον Γυναικωνίτη που κατασκευάστηκε γύρω στα 1927 με σχέδια του μηχανικού Ιωαννίδη και με εργολάβο το Δημ. Βοΐλα. Ο μικρός πρόναος οικοδομήθηκε γύρω στο 1949-50 σε σχέδια του μηχανικού Χαρ. Μαρκάκη. Φωτογραφίες της εποχής του 1950 δείχνουν καθαρά τις εξωτερικές προσθήκες σε σχέση με τον πρώτο ναό που απεικονίζεται στη φωτογραφία του R. Behaeddin.
Σητεία 1950
|
-2/14 Ιανουαρίου 1898. Ο Επίσκοπος Αμβρόσιος παρακαλεί τον Πολιτικό Διοικητή της Σητείας Chevalier να παραλάβει από το Τελωνείο κιβώτιο το οποίο περιέχει πράγματα τα οποία ανήκαν στο Ναό της Αγίας Αικατερίνης.
-8/20-12/24 Φεβρουαρίου 1898. Ο Επίσκοπος πληροφορεί τον Chevalier ότι θα πρέπει να προετοιμαστεί ο Ναός της Αγίας Αικατερίνης, αν τελεστεί σ' αυτόν ο γάμος της ανεψιάς του Κ. Μοάτσου (Ένας K. Μοάτσος φέρεται ως τροφοδότης των Γαλλικών πλοίων (N. I. Παπαδάκη «Eπαναστατικά Aπομνημονεύματα» υπό έκδοση) και ακολουθεί αλληλογραφία από την οποία φαίνεται ότι ο γάμος έγινε με μεγάλη επισημότητα.
-24 Μαρτίου-5 Απριλίου 1898. Ο Chevalier σε επιστολή του προς τον Επίσκοπο του γνωρίζει ότι όλοι στην πόλη είναι ευχαριστημένοι από την παρουσία του νέου εφημέριου του ναού Παπά Κωνσταντίνου Γαλανάκη τον οποίο θέτει υπό την προστασία του. Επίσης τον ευχαριστεί διότι έδωσε την άδεια για την τέλεση στην Αγία Αικατερίνη λειτουργίας για τούς Γαλλους όταν θα έλθει ο καθολικός ιερέας του Γαλλικού ναυτικού, Abbe Du Curon, ο οποίος ευρίσκετο επί της Ναυαρχίδας των Γαλλικών δυνάμεων «Amiral Charner» στη Σούδα.
-11/23 Νοεμβρίου 1898. Μετά την αποχώρηση του Τουρκικού στρατού και για τον εορτασμό του γεγονότος εψάλη κατανυκτική Δοξολογία στο ναό της Αγίας Αικατερίνης παρουσία των Γαλλικών Αρχών. Την ίδια ημέρα παρεδόθησαν τα όπλα των Σητειακών επαναστατών παρουσία του Ναυάρχου Pottier και του Προξένου Blanc.
Aπό τα πιο πάνω γεγονότα φαίνεται ότι από το τέλος του 1897 είχαν ολοκληρωθεί οι οικοδομικές εργασίες του ναού και εχρησιμοποιείτο όταν έκτακτα και σημαντικά γεγονότα το επέβαλαν.
Δυο χρόνια μετά, έγιναν τα επίσημα εγκαίνια. Η ακριβής ημερομηνία, που δεν προκύπτει από την πλάκα των εγκαινίων, είναι η 19η του μηνός Σεπτεμβρίου, όπως αποκαλύπτεται από την ιδιόχειρη αφιέρωση επί Ευαγγελίου, δώρου προς το Ναό, του Αρχιμανδρίτου Νικοδήμου Πετυχάκη, για το οποίο θα γίνει ιδιαίτερος λόγος στην παρουσίαση των κειμηλίων του ναού.
Τα εγκαίνια έγιναν με πανηγυρικό τριήμερο εορτασμό στον οποίο συμμετείχε το ευσεβές πλήρωμα όχι μόνο της πόλης αλλά καί όλης της Επαρχίας, σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες παλαιών κατοίκων αφού το γεγονός δεν έτυχε της καταγραφής του στον Τύπο της εποχής ο οποίος ως γνωστόν εκδίδετο μόνο στα Χανιά και το Ηράκλειο.
Η ίδρυση του ναού της Aγίας Αικατερίνης δεν πανηγυρίστηκε μόνο για την ελεύθερη εκδήλωση του επί τόσους αιώνες καταπιεσμένου θρησκευτικού ορθοδόξου φρονήματος, αλλά συνδέθηκε και με την εθνική ανάσταση μετά από την φρικτή Τουρκική καταπίεση ενώ συγχρόνως αποτέλεσε το έμβλημα του ενδόξου παρελθόντος της μεγάλης αυτής πόλης που δημιουργήθηκε πάλι πάνω στα ερείπιά της με τις ευλογίες και ικεσίες της Πανσόφου Νύμφης του Θεού, προστάτιδος και βοηθού και στη νέα της πορεία στο μέλλον.
Ο ναός της Αγ.Αικατερίνης σήμερα
|
(Ένα αφήγημα αφιερωμένιο στον μακαριστό Ιεροσητείας Αμβρόσιο και
στην μακαρία μάμμη μου Αικατερίνη Σκουλά εξ Ανωγείων Μυλοποτάμου.)
Πηγή : Νόστιμον ἦμαρ