Η κατάσταση στην οποία βρίσκεται το Γενικό Νοσοκομείο Σητείας και αναλογικά το Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών τους τελευταίους μήνες, είναι γνωστό ότι αποτελεί μια από τις πιο δύσκολες περιόδους λειτουργίας του, με την υποστελέχωση, κυρίως σε ιατρικό προσωπικό, να βάζει τεράστιες δυσκολίες στη διαχείριση των περιστατικών.
Περίπου ενάμισι μήνα μετά την πρωτόγνωρη κινητοποίηση που πραγματοποιήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου στο κέντρο της πόλης -και την ακόλουθη συνάντηση επιτροπής τοπικών φορέων με τον Υπουργό Υγείας, όχι μόνο δεν έχουμε προσλήψεις νέων συναδέλφων, αλλά η αποψίλωση συνεχίζεται με προγραμματισμένες αποχωρήσεις, παραιτήσεις και συνταξιοδοτήσεις έμπειρων γιατρών, όπως και συνέχεια της απαράδεκτης πρακτικής των “εντέλλεσθαι”.
Αυτά τα δεδομένα λοιπόν μας οδηγούν ως αγροτικοί γιατροί, να τοποθετηθούμε και δημόσια, περιγράφοντας το δικό μας κομμάτι εργασίας στο Σύστημα Υγείας, και προσπαθώντας να το βελτιώσουμε στο μέτρο των δυνατοτήτων μας.
Ζητάμε από όλους τους αρμόδιους φορείς, από τη Διοίκηση του Νοσοκομείου, την 7η Υ.ΠΕ. και το Υπουργείο Υγείας, να λάβουν άμεσα μέτρα με κατεπείγουσες διαδικασίες, ώστε να επανέλθει η λειτουργικότητα και η ομαλή διαχείριση του κάθε επείγοντος περιστατικού, όπως ορίζουν οι παγιωμένες από δεκαετίες, αρχές της Ιατρικής Επιστήμης. Άμεση προτεραιότητα έχουν τα εξής:
- Καμία εφημερία ανειδίκευτου γιατρού στην Παθολογική Κλινική χωρίς την επίβλεψη ειδικού Παθολόγου Επιμελητή. Δεν νοείται να καλείται γιατρός που δεν έχει ολοκληρώσει την Παθολογική Ειδικότητα, να αναλαμβάνει ευθύνες μιας ολόκληρης κλινικής, ούτε “κατ’ εξαίρεσιν”. Γι’ αυτό απαιτείται πρόσληψη ικανού αριθμού ειδικών παθολόγων αλλά και ειδικευόμενων, ώστε να λειτουργεί η κλινική χωρίς υπερεφημέρευση και εργασιακή εξόντωση των συναδέλφων που οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε παραιτήσεις. Η Παθολογική Κλινική στη Σητεία συνεχίζει να εφημερεύει με δύο παθολόγους (η μία υπό “εντέλλεσθαι” – δηλαδή εργασιακή ομηρία) και κανέναν ειδικευόμενο. Άμεση, ουσιαστική λύση στον ορίζοντα, δεν φαίνεται παρά τις διαβεβαιώσεις περί του αντιθέτου από τον Υπουργό Υγείας. Μάλιστα η ένταση του προβλήματος που αναμένεται να κορυφωθεί τους χειμερινούς μήνες, με τις αυξημένες ανάγκες που αντικειμενικά υπάρχουν για νοσηλείες, θέτει σε κίνδυνο την ίδια την ύπαρξη της κλινικής. Καμία εμπλοκή των αγροτικών εφημερευόντων γιατρών στα ΤΕΠ (εντελώς άλλο τμήμα), με ξαφνικά τηλεφωνήματα ακόμα και στη μέση της νύχτας για να δώσουν οδηγίες, ή να αναλάβουν περιστατικά της παθολογικής κλινικής .
- Οι διακομιδές συνεχίζουν να γίνονται σε θεσμικό “κενό αέρος”, υπό ένα θολό πεδίο ευθύνης για ασθενείς που πολλές φορές κινδυνεύει η ζωή τους και χρειάζονται εώς και 2,5 ώρες δρόμο, σε ένα πολύ δύσκολο οδικό δίκτυο ως το Ηράκλειο. Ως τώρα, αγροτικοί γιατροί, ειδικευόμενοι, ακόμα και γιατροί ασχέτων ειδικοτήτων με την επειγοντολογία, συνοδεύουν τα περιστατικά για να μη μείνουν χωρίς ιατρική επίβλεψη, υπερκαλύπτοντας το φάσμα των ευθυνών και των αποκτηθέντων γνώσεων τους. Έχουμε αναγκασθεί να συνοδέψουμε μέχρι και 2 περιστατικά σε ένα ασθενοφόρο (με ότι αυτό συνεπάγεται στην ικανότητα διενέργειας ιατρικών πράξεων), λόγω ελλείψεως 2ου οχήματος που θα παρευρίσκεται εγκαίρως “ετοιμοπόλεμο”. Έχουμε αναγκασθεί να ψάχνουμε πως θα γυρίσουμε από Ηράκλειο νύχτα, γιατί το πλήρωμα που ανέλαβε τη διακομιδή από Σητεία, επρόκειτο να επιστρέψει Ιεράπετρα. Ωστόσο αυτός ο τρόπος αντιμετώπισης των διακομιδών ενέχει σοβαρούς κινδύνους. Με την παθολογική και την παιδιατρική κλινική να υπολειτουργούν εδώ και μήνες και την χειρουργική να ανάβει κ αυτή πλέον “φως κινδύνου” με μία αναισθησιολόγο λιγότερη, είναι αναμενόμενο να πολλαπλασιαστούν οι διακομιδές και το ήδη υπάρχον πρόβλημα, θα οξυνθεί σε υπερθετικό βαθμό. Ζητάμε να προσληφθούν άμεσα οι απαραίτητοι αναισθησιολόγοι/ επειγοντολόγοι σε θέσεις τόσο του ΕΚΑΒ όσο και του νοσοκομείου, όπως επιτάσσει ο καταμερισμός διαχείρισης περιστατικών από την κατάλληλη ειδικότητα. Φυσική συνέχεια του αιτήματος αυτού, είναι και η επαρκής κάλυψη του ΕΚΑΒ με πληρώματα διασωστών, εξοπλισμό και σύγχρονα οχήματα. Η “εύκολη λύση” να εξαναγκάζονται οι γιατροί με τη μικρότερη εργασιακή εμπειρία να αναλαμβάνουν μια τόσο περίπλοκη ευθύνη μας βρίσκει πλήρως αντίθετους. Το Υπουργείο Υγείας με τα όργανά του (ΚΕ.Σ.Υ.) σε κεντρικό επίπεδο και η Διοίκηση του Νοσοκομείου σε τοπικό, οφείλουν να προστατέψουν τόσο τους διακομιζόμενους ασθενείς όσο και τους διακομίζοντες γιατρούς.
- Η παιδιατρική κλινική βρίσκεται κυριολεκτικά ένα σκαλί πριν το κενό, καθώς η ύπαρξη της πλέον κρίνεται μήνα με το μήνα, χωρίς ενεργούς γιατρούς διορισμένους σε οργανική θέση του Νοσοκομείου μας. Η μοναδική παιδίατρος που υπηρετεί με δηλωμένες εφημερίες (7 το μήνα), είναι μεταφερόμενη από το ΠΑΓΝΗ. Ως λογικό επακόλουθο, η εκπαίδευση των δύο ειδικευομένων στην παιδιατρική βρίσκεται υπό συνεχή ανασφάλεια και τίθεται το δίλημμα, της εργασίας που δεν θα προσμετρηθεί ως αναγνωρίσιμη στον χρόνο ειδικότητας ή της παραίτησης και της αναζήτησης εργασίας σε άλλο νοσοκομείο. Ακόμα ένα ενδεχόμενο δηλαδή, που θα φέρει ως συνέπεια το οριστικό άδειασμα της παιδιατρικής κλινικής. Αν συνυπολογίσουμε την προσφορά των παιδιάτρων στο επείγον περιστατικό με την εξυπηρέτηση ενός πληθυσμού 000 κατοίκων (Σητεία και περίχωρα), όπως και τις προαναφερθείσες ελλείψεις σε παθολόγους, αναισθησιολόγους, ΕΚΑΒιτες για διακομιδές, εύκολα συμπεραίνουμε ότι χωρίς παιδιατρική κλινική θα κινδυνέψει σοβαρά η υγεία ακόμα και παιδιών καθώς θα επέρχεται και η κόπωση του εναπομείναντος υγειονομικού δυναμικού. Ζητάμε με κατεπείγουσες διαδικασίες να προσληφθούν οι απαραίτητοι ειδικοί παιδίατροι και απόλυτη κάλυψη τους με ειδικευόμενους ώστε να διευκολύνεται το έργο τους. Είναι κοινή μας απαίτηση, να παρέχεται -υπ’ ευθύνη της κατάλληλης ειδικότητας- η υψηλότερη δυνατή ασφάλεια στον ανήλικο ασθενή, είτε ως τακτικό, είτε ως επείγον, είτε ως διακομιζόμενο περιστατικό.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, καταλήγουμε: η ταχύρρυθμη πλέον, αποψίλωση του Ε.Σ.Υ., το κύμα παραιτήσεων γιατρών και η φυγή τους στο εξωτερικό, οι παράλογες και εντελώς αντιεπιστημονικές απαιτήσεις από τους νέους συναδέλφους, το ασταθές, επικίνδυνο, έως και τοξικό μερικές φορές, εργασιακό περιβάλλον -όχι μόνο στη Σητεία, αλλά στα νοσοκομεία όλης της χώρας- δεν αντιμετωπίζεται με ευχολόγια, με προσωρινά μπαλώματα και εξαναγκασμούς ή με δηλώσεις κενές περιεχομένου από επίσημα χείλη περί “πρώτης προτεραιότητας του Ε.Σ.Υ.”. Αντιμετωπίζεται μόνο:
Με αποφασιστική χρηματοδότηση της υγείας από τον κρατικό προϋπολογισμό, με διπλασιασμό των απολαβών όλων των γιατρών, όχι μεσοβέζικες λύσεις, αυξήσεις ψίχουλα που εξαϋλώνει ο πληθωρισμός και η φορολογία και προσπάθεια να στραφεί ο ένας συνάδελφος απέναντι στον άλλο.
Με εναντίωση στις πολιτικές που θέλουν την πρόσβαση στην υγεία ως ένα επιπλέον κόστος που πρέπει να περικοπεί -ανεξάρτητα από ποια κυβέρνηση, ποιο θεσμικό πόστο προέρχονται.
Με μαζικές προσλήψεις γιατρών, με ταυτόχρονη προκήρυξη του συνόλου των κενών οργανικών θέσεων και διορισμούς με κατεπείγουσες διαδικασίες και με μοναδική προϋπόθεση το πτυχίο και τον τίτλο ειδικότητας ώστε να ανταποκρίνονται τα νοσοκομεία μας στις σύγχρονες ανάγκες της κοινωνίας.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, στηρίξαμε τις προηγούμενες κινητοποιήσεις που έγιναν για δημόσια και δωρεάν υγεία, και θα στηρίξουμε την πανελλήνια απεργία όλων των υγειονομικών εργαζομένων την Πέμπτη στις 2/11/23.
-Εκ της συνελεύσεως των αγροτικών ιατρών
Πηγή : Ανατολή