Του Θάνου Περβολαράκη
Η αλλαγή των ορίων ταχύτητας και γενικότερα της σήμανσης όπου υπάρχει σε όλο το μήκος του ΒΟΑΚ πριν την έναρξη και λειτουργία των καμερών θα πρέπει να είναι το πρώτο βήμα από την πολιτεία για να μην μετατραπούν οι κάμερες αυτές απλοί εισπρακτικοί μηχανισμοί του κράτους.
Τα όρια ταχύτητας που επιβάλλονται στους οδηγούς από το ένα άκρο της Κρήτης μέχρι και το άλλο εκτός του ότι δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες του συγκεκριμένου δρόμου, είναι κυρίως επικίνδυνα για την ασφάλεια των οδηγών.
Ειδικοί που γνωρίζουν το θέμα και την ιδιομορφία των κρητικών δρόμων αλλά και τις οδηγικές συνήθειες των κατοίκων του νησιού, τονίζουν ότι σε περίπτωση που λειτουργήσουν οι κάμερες πριν τις απαιτούμενες στη σήμανση αλλαγές, τότε θα μιλάμε για την πλέον καταφανή προσπάθεια «αρπαγής» χρημάτων από τα πορτοφόλια των οδηγών. Παράλληλα, είναι ορατός ο κίνδυνος να χάσουν ακόμη και τα διπλώματά τους επαγγελματίες οδηγοί, ενώ ήδη έχουν εκφράσει τα παράπονά τους και οι τουρίστες που έρχονται για διακοπές στον τόπο μας.
Υπομονή και ψυχραιμία
Κατά μήκος του ΒΟΑΚ το όριο που έχει οριστεί (κατά μέσο όρο) είναι τα 90 χλμ. Τι γίνεται όμως εάν μπροστά από ένα ΙΧ για παράδειγμα υπάρχει ένα λεωφορείο, ο οδηγός του οποίου δεν μπορεί να υπερβεί τα 85 χιλιόμετρα για να μην παραβεί τον ΚΟΚ; Δύο λύσεις υπάρχουν σε αυτή την περίπτωση. Είτε ο οδηγός του οχήματος που ακολουθεί να αναπτύξει ταχύτητα για να προσπεράσει, περνώντας όμως τα 90 χλμ στο κοντέρ, άρα ταυτόχρονα είναι παράνομος, είτε θα πρέπει να ακολουθεί ... ευλαβικά το λεωφορείο.
Στην πρώτη περίπτωση, αυτή δηλαδή της προσπέρασης ο οδηγός που θα «τρέξει» με 91 χλμ, θα θεωρείται ... παραβάτης και θα πρέπει να κάνει το σταυρό του να μην τον «πιάσει» η κάμερα και πληρώσει το πρόστιμο.
Στη δεύτερη περίπτωση απλώς θα πρέπει να είναι υπομονετικός... Η υπομονή όμως εκτός από αρετή προκαλεί και... «ουρές», αφού πολλοί εκτιμούν ότι έτσι θα δημιουργηθούν απίστευτες ουρές χιλιομέτρων από οδηγούς που θα κινούνται με τα αυτοκίνητά τους πίσω από ένα «βαρύ» όχημα το οποίο δε θα μπορεί να αναπτύξει μια λογική ταχύτητα.
Το ερώτημα λοιπόν που τίθεται είναι ποιος και κάτω από ποιες συνθήκες έβαλε τη σήμανση αυτή. Σε ορισμένα σημεία, η σήμανση έχει ξεπεραστεί, αφού υπερβαίνει τα 40 χρόνια, καθώς πριν τέσσερις δεκαετίες υπολογίζεται ότι τοποθετήθηκαν οι πινακίδες σε κάποια σημεία, όπως για παράδειγμα στη σήραγγα του Βραχασίου.
Εκεί για παράδειγμα το όριο ταχύτητας είναι 40 χλμ. Σε μια άλλη όμως σήραγγα, αυτή της Χερσονήσου, το όριο είναι τα 80 χλμ. Στην πρώτη, σύμφωνα με πληροφορίες, το σκεπτικό ήταν «για να αποτρέπονται οι οδηγοί να τρέχουν, άρα να μην έχουμε ατυχήματα».
Μια άλλη εξήγηση που δίνεται είναι ότι το συγκεκριμένο έργο «δεν έχει κατά την έξοδο από αυτό καλή ορατότητα». Στην περίπτωση της Χερσονήσου, τηρήθηκαν τα προβλεπόμενα, δηλαδή το όριο των 80 χλμ σε σήραγγες.
Όμως, στη σήραγγα του Βραχασίου που θα πρέπει να την περάσει κανείς με 40 χλμ, ο οδηγός θα πρέπει πριν φτάσει στην προειδοποιητική πινακίδα, να «ρίξει» την ταχύτητα του αυτοκίνητου του προκειμένου να μην παρανομήσει. Πρακτικά αυτό εγγυμονεί κινδύνους, αφού η απότομη μεταβολή της ταχύτητας μπορεί να προκαλέσει ατυχήματα.
Οι πινακίδες
Η σήμανση σε όλο τον ΒΟΑΚ εκτός του ότι είναι «ακατάλληλη» σε ορισμένες, αν όχι σε όλες τις περιπτώσεις, είναι και αυθαίρετη. Να σημειωθεί, όπως εξηγούν ειδικοί, ότι σε κάθε πινακίδα που έχει τοποθετηθεί δεν υπάρχει ούτε σχέδιο, ούτε είναι γνωστή η ακριβής θέση τους.
Τοποθετήθηκαν δηλαδή με τυχαίο τρόπο. Οι ίδιες πινακίδες όπως λένε οι ίδιοι, δεν έχουν αριθμό- ταυτότητα, δηλαδή ημερομηνία τοποθέτησης κοκ.
Πώς καθορίζονται όμως τα όρια ταχύτητας;
Πριν απαντηθεί το ερώτημα θα πρέπει να αναφερθεί ότι η διατομή του ΒΟΑΚ δεν είναι διατομή εθνικού δρόμου, αλλά πρόκειται για εθνική οδό με διατομή τύπου β.
Οι πινακίδες λοιπόν τοποθετούνται από τον μελετητή του έργου και δεν δείχνουν τα όρια επικινδυνότητας, αλλά τα όρια που θα νιώσει δυσφορία αν τρέξει παραπάνω ο οδηγός του οχήματος, είτε αυτό λέγεται φόβος είτε κάτι άλλο.
Πηγή : Πατρίς